Δευτέρα 21 Μαρτίου 2011

ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΤΟΥ ΣΥΛΛΟΓΟΥ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ ΟΚΑΝΑ ΓΙΑ ΤΟ ΠΟΡΙΣΜΑ ΤΩΝ ΕΛΕΓΚΤΩΝ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ


Προ ημερών, μέσω των εφημερίδων και του Διαδικτύου, μάθαμε με έκπληξη για το «όργιο ατασθαλιών, κακοδιαχείρισης και σπατάλης στον ΟΚΑΝΑ -την ώρα που εκατοντάδες νέοι χρήστες ναρκωτικών περιμένουν μέχρι και 6,5 χρόνια, προκειμένου να μπουν στο πρόγραμμα απεξάρτησης». Η έκπληξη δεν οφειλόταν τόσο στο «όργιο», μια που πρώτοι οι εργαζόμενοι γνωρίζαμε (αν και όχι με όλες τις λεπτομέρειες) και είχαμε καταγγείλει σειρά προβλημάτων και κακοδιαχείρισης, αλλά στα μελανά χρώματα με τα οποία οι ελεγκτές περιέγραφαν τόσο τη λειτουργία των θεραπευτικών δομών όσο και τους εργαζόμενους στον ΟΚΑΝΑ – και στη σύνδεση αυτής της εικόνας με τη λίστα αναμονής και τη νοσηρότητα και θνητότητα των εξαρτημένων από ηρωίνη. Και, φυσικά, αλγεινή εντύπωση μας προκάλεσε το γεγονός πως τα στοιχεία αυτά, παρά τον –προφανή- αντίκτυπο που θα είχαν στα 5000 μέλη των προγραμμάτων Υποκατάστασης, δημοσιοποιήθηκαν πριν καν γίνει διασταύρωσή τους και έλεγχος των συμπερασμάτων που εξ αυτών προκύπτουν.

Όσον αφορά το τμήμα της έκθεσης που αναφέρεται σε διαχειριστικά προβλήματα, θα παρατηρούσαμε πως, από την ίδια την έκθεση προκύπτει αβίαστα το συμπέρασμα πως οι Συμπράξεις Δημοσίου – Ιδιωτικού Τομέα (ΣΔΙΤ), τουλάχιστον στο χώρο της Υγείας, τελικά και κοστίζουν περισσότερο στο Δημόσιο, και αποδεικνύονται προβληματικές, λόγω της συχνά ελλιπούς εκπαίδευσης και εξειδίκευσης των στελεχών για το συγκεκριμένο χώρο καθώς και της έλλειψης σταθερότητας (εναλλαγή). Ορθώς αναλύονται τα προβλήματα στη λειτουργία των μονάδων αλλά και η οικονομική επιβάρυνση που προκλήθηκαν από την ανάθεση εργασιών στην IN GROUP, στους εργολάβους καθαριότητας και φύλαξης και σε εξωτερικούς συνεργάτες. Ελπίζουμε δε ότι, μετά τη δημοσιοποίηση της έκθεσης, ο ΟΚΑΝΑ θα πάψει πλέον να εξυπηρετείται μέσω εργολάβων, καλύπτοντας τις πάγιες ανάγκες με σταθερούς εργαζόμενους. Όσο για τα περιγραφόμενα σκάνδαλα, θέση μας είναι ότι για οτιδήποτε και για οποιονδήποτε συνίσταται παρανομία, να παραπεμφθεί στη Δικαιοσύνη.

Όσον αφορά ωστόσο τους εργαζόμενους και τη λειτουργία των μονάδων, η έκθεση εμφανίζει ανακρίβειες (στοιχεία ισολογισμών, αποφάσεων, εγγράφων κοκ που από πουθενά δεν προκύπτουν), γενικεύσεις (όπου μεμονωμένες περιπτώσεις ανάγονται σε κανόνες), επιλεκτική αξιολόγηση στοιχείων και αυθαίρετα συμπεράσματα που αφορούν τόσο τη λειτουργία όσο και τη φιλοσοφία των προγραμμάτων, τη θεραπευτική λειτουργία και την αποτελεσματικότητά τους.

Εντύπωση προκαλούν και τα στοιχεία που, παρότι οι επιθεωρητές εζήτησαν τελικά λείπουν από την έκθεση (τουλάχιστον από την περίληψη που έφτασε στα χέρια μας). Τα στοιχεία αυτά αφορούν ποικίλα θέματα, όπως δείκτες αποτελεσματικότητας των προγραμμάτων δηλ. την αποχή των ασθενών από τη χρήση όπως τεκμαίρεται από τους τακτικούς τοξικολογικούς ελέγχους, θέματα υγιεινής και ασφάλειας της εργασίας, προβλήματα με την ποιότητα συγκεκριμένου φαρμάκου κοκ

Η σχέση κόστους/οφέλους εφαρμόζεται με απαράδεκτους και ανήθικους λογιστικούς υπολογισμούς για να καταδείξει το «δαπανηρόν» των μονάδων – ιδίως, δε, αυτών στις οποίες έχουν άμεση πρόσβαση οι εξαρτημένοι «του δρόμου», δηλ. την Υπηρεσία Υποδοχής και Ενημέρωσης, τη Μονάδα Άμεσης Βοήθειας και την κινητή Ιατρική Μονάδα. Σύμφωνα με τους επιθεωρητές, ειδικά η κινητή μονάδα (δηλ. το ασθενοφόρο που έχει το γιατρό και τον εξοπλισμό ώστε να παραλαμβάνει χρήστες σε κωματώδη κατάσταση από το δρόμο) είναι «εξαιρετικά δαπανηρή» διότι «καθημερινά παρέχει υπηρεσία σε 6 ως 12 άτομα». Πόσο τιμάται, άραγε, η ζωή 6 ως 12 ανθρώπων για το Υπουργείο Εσωτερικών και το Υπουργείο Υγείας;

Εξίσου επικίνδυνη είναι και η κατακλείδα του δεύτερου τμήματος της έκθεσης, οι «βελτιωτικές προτάσεις». Η πρόταση της επιτροπής θα ήταν ξεκαρδιστική, εάν τέτοιες προτάσεις δεν είχαν επιπτώσεις στη ζωή και στην υγεία όχι μόνον των ανθρώπων που πάσχουν αλλά και του κοινωνικού συνόλου. Καταλήγει, λοιπόν, πως «η απορρόφηση της λίστας αναμονής και η είσοδος όλων των αιτούντων στο σύστημα δεν θα επιβαρύνει δυσθεώρητα τις δαπάνες, αφού όπως αποδείχθηκε από τον έλεγχο δεν είναι μεγάλο το κόστος των υποκαταστάτων φαρμάκων, αλλά το λειτουργικό κόστος του ΟΚΑΝΑ». Προφανώς ! Όπως και, για τη φυματίωση, τα αντιβιοτικά κοστίζουν πολύ λιγότερο από τους πνευμονολόγους, τα νοσοκομεία και τις ειδικές εξετάσεις που απαιτούνται για τη διάγνωση, την αντιμετώπιση και την πρόληψη της διασποράς της νόσου. Εάν, δε, προστεθεί στο κόστος και η αναγκαία βελτίωση των συνθηκών ζωής (ύδρευση, αποχέτευση, καλές συνθήκες διαβίωσης, καλή διατροφή κοκ)…Παρά ταύτα, κανείς δεν έχει –τουλάχιστον ως τώρα!- προτείνει την κατάργηση των γιατρών και των νοσοκομείων. Αλλά μάλλον οι εξαρτημένοι είναι πολίτες β’ κατηγορίας…

Πέραν αυτού, είναι σαφές ότι η έκθεση αντιμετωπίζει την εξάρτηση όχι ως μια εξαιρετικά πολύπλοκη κατάσταση, συνισταμένη βιολογικών, ψυχολογικών και κοινωνικών παραμέτρων, αλλά ως την απλή(;) έλλειψη του υποκαταστάτου φαρμάκου – οπότε και θεωρεί ότι διορθώνεται με μόνον τη χορήγησή του.

Ένα τελευταίο, αλλά εξαιρετικά σημαντικό στοιχείο: για τους 5000 ασθενείς που σήμερα είναι μέλη των προγραμμάτων, ανθρώπους ιδιαίτερα επιβαρυμένους και ψυχολογικά και σωματικά, η αίσθηση της ασφάλειας και η εμπιστοσύνη στο πλαίσιο (και σε μας που, ως φυσικά πρόσωπα, το αντιπροσωπεύουμε γι’ αυτούς), είναι αναγκαία για την ομαλή πορεία τους προς την υγεία και την επανένταξη. Αυτό, χωρίς να μας τοποθετεί στο απυρόβλητο, θα έπρεπε να κάνει διπλά προσεκτικούς και τους επιθεωρητές στη διασταύρωση και κατανόηση των στοιχείων πριν τη δημοσιοποίησή τους, αλλά και τα ΜΜΕ που άκριτα τα αναπαρήγαγαν.

Θεωρούμε ότι η χρονική στιγμή της ολοκλήρωσης και δημοσιοποίησης της έκθεσης δεν είναι καθόλου τυχαία. Η εφαρμογή του μνημονίου στην Υγεία επιτάσσει την περικοπή κάθε είδους δαπανών, τόσο των παροχών προς τους ασθενείς όσο και των λεγόμενων «ανελαστικών» δαπανών, καθώς και τη μετακύλιση μέρους του κόστους στους ίδιους τους χρήστες των υπηρεσιών, τόσο άμεσα όσο και με την εκχώρηση τμημάτων των έως σήμερα δημόσιων και δωρεάν παροχών, στον ιδιωτικό τομέα. Και το συγκεκριμένο πόρισμα φιλοδοξεί να αποτελέσει τη νομιμοποιητική βάση αυτών των επιλογών.

Πράγματι, τα ουσιαστικά συμπεράσματα της έκθεσης είναι τρία:

I. Η απαξίωση της μεγαλύτερης, αυτή τη στιγμή, δημόσιας δομής αντιμετώπισης της εξάρτησης, η οποία περιγράφεται –εκτός από «σκανδαλώδης» - ως αργή, γραφειοκρατική και αναποτελεσματική (παρότι τα συμπεράσματα αυτά δεν προκύπτουν από τα στοιχεία που απαριθμούνται στην έκθεση).

II. Η καταγγελία των εργαζομένων, διότι «μέσω των επιχειρησιακών συλλογικών συμβάσεων έχουν κατοχυρώσει θεσμικά και οικονομικά προνόμια» (!). Παρότι τα μισά από τα αναγραφόμενα «προνόμια» είτε δεν ισχύουν ή δεν αποτελούν κατά κανένα τρόπο «προνόμια», παρότι όταν ο μισθός κάποιου σε 10 χρόνια διπλασιάζεται το σωστό ερώτημα είναι ποια ήταν η αμοιβή του στην αρχή της δεκαετίας, παρότι οι επιθεωρητές επέδειξαν εντυπωσιακή δυσανεξία και άγχος, κατά τον έλεγχο, όντας υποχρεωμένοι να αντιμετωπίσουν έστω και για λίγες ώρες, τόσο τις συνθήκες εργασίας μας, όσο και (κυρίως!) το περιεχόμενο της δουλειάς μας, τους εξαρτημένους. Εκτός εάν, στη νέα τάξη πραγμάτων, το ποινικά κολάσιμο στοιχείο είναι η ίδια η ύπαρξη της επιχειρησιακής συλλογικής σύμβασης…

III. Η προτεινόμενη αντιμετώπιση του προβλήματος της τραγικής αναμονής για είσοδο στο σύστημα με τη χορήγηση σε όλους τους αιτούντες υποκαταστάτου. Πρόκειται για την πιο ωμή (ως τώρα, τουλάχιστον) πρόταση χορήγησης «κρατικής πρέζας». Μια τέτοια πρόταση, εάν εφαρμοστεί, το μόνο σίγουρο αποτέλεσμα που θα έχει θα είναι η μείωση της τιμής της μεθαδόνης και βουπρενορφίνης στην παράνομη αγορά. Όχι απλώς δεν ωφελεί, παρά μόνον πρόσκαιρα, τους εξαρτημένους που αυτή τη στιγμή βρίσκονται εκτός των προγραμμάτων, αλλά αποτελεί εξαιρετικά επικίνδυνη εξέλιξη για το κοινωνικό σύνολο. Η καταγραμμένη πληθώρα θανάτων από τα υποκατάστατα εκεί όπου αφειδώς συνταγογραφούνται, όπως και το παράδειγμα της Φιλανδίας (όπου πολλοί νέοι χρήστες έχουν ως πρώτη ουσία κατάχρησης και εξάρτησης τη βουπρενορφίνη), καταδεικνύουν το πόσο προσεκτική πρέπει να είναι η πολιτεία, στον εξαιρετικά ολισθηρό στίβο της προάσπισης της δημόσιας υγείας, όταν υιοθετεί πολιτικές με μόνο κριτήριο το κόστος.



Είναι σαφές πως δεν υπερασπιζόμαστε άκριτα ούτε την προηγούμενη κατάσταση στον Οργανισμό, ούτε την τωρινή. Αναγνωρίζουμε την ύπαρξη προβλημάτων, τα οποία στο μεγαλύτερο βαθμό δεν οφείλονται στην κακοδιαχείριση αλλά στην έλλειψη πόρων – η οποία, πλέον, έχει λάβει τραγικές διαστάσεις απαγορεύοντας τη δημιουργία νέων μονάδων και δυσκολεύοντας περαιτέρω τη λειτουργία αυτών που υπάρχουν. Φρονούμε όμως πως η εξεύρεση λύσεων μπορεί να γίνει μόνο μέσα από μια διαδικασία διαλόγου με όλους τους εμπλεκομένους, καταγραφής και ιεράρχησης των αναγκών, δοκιμών, και –κυρίως!- με γνώμονα το συμφέρον των πασχόντων και του κοινωνικού συνόλου και όχι το κόστος.





Οι εργαζόμενοι στον ΟΚΑΝΑ

ü Παλεύουμε για την ταχύτερη απορρόφηση της λίστας αναμονής, με τη δημιουργία θεραπευτικών δομών που θα λειτουργούν με τις προδιαγραφές που τίθενται στη διεθνή βιβλιογραφία (επαρκής στελέχωση , χώροι, υλικοτεχνική υποδομή, διασύνδεση με νοσοκομεία και άλλες δομές), ώστε να αποτελούν ολοκληρωμένες πρακτικές με πλήρη ιατρική και κοινωνικοπρονοιακή παρέμβαση. Η συνταγογράφηση, εάν προκριθεί ως πρακτική, θα πρέπει και αυτή να διέπεται από πλαίσιο κανόνων που να αφορούν τόσο τα κριτήρια εισαγωγής όσο και παραμονής στο σύστημα, και να εντάσσεται στο θεραπευτικό συνεχές.

ü Είμαστε αντίθετοι στο κλείσιμο και την μεταφορά οποιασδήποτε μονάδας που λειτουργεί μέσα στον κοινωνικό ιστό της πόλης.

ü Υπερασπιζόμαστε το δημόσιο και δωρεάν χαρακτήρα των παρεχόμενων υπηρεσιών.

ü Ζητάμε την κάλυψη όλων των πάγιων αναγκών του Οργανισμού με μόνιμο προσωπικό και αξιοπρεπείς συνθήκες εργασίας και αμοιβών.

ü Απαιτούμε την αύξηση του προϋπολογισμού για τον ΟΚΑΝΑ, και την εκπόνηση -επιτέλους! - ενός ολοκληρωμένου σχεδίου δράσης για την αντιμετώπιση της εξάρτησης, με γνώμονα το συμφέρον των εξαρτημένων και του κοινωνικού συνόλου και όχι τη μείωση του κόστους.

ü Τέλος, για την υπεράσπιση της αξιοπρέπειάς μας και της εμπιστοσύνης των ασθενών μας, απαιτούμε την άμεση αποκατάσταση της αλήθειας στην έκθεση των επιθεωρητών και τη δημοσιοποίηση της διορθωμένης εκδοχής με την ίδια διαδικασία και την αντίστοιχη δημοσιότητα της αρχικής – ειδάλλως θα αναγκαστούμε να προσφύγουμε στη δικαιοσύνη.





Πιστεύουμε πως, ειδικά στην περίοδο που διανύουμε, μια περίοδο οικονομικής και κοινωνικής κρίσης, το καλύτερο παράδειγμα που έχουμε να δώσουμε στους θεραπεύομενούς μας είναι η υπεράσπιση της αξιοπρέπειάς μας ως πολιτών, ως εργαζόμενων και ως θεραπευτών. Και ταυτόχρονα η απαίτηση του δικού τους δικαιώματος στη θεραπεία – μια απαίτηση που όχι μόνον δεν είναι «δαπανηρή» πολυτέλεια, αλλά συνιστά και μέτρο του πολιτισμού μας.







ΤΟ Δ.Σ. ΤΟΥ ΣΥΛΛΟΓΟΥ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΩΝ

ΟΚΑΝΑ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου